26 Απριλίου 2012

Όταν ξέρεις να χάνεις με αξιοπρέπεια


Το να αρέσκεται κανείς παρακολουθώντας τον Drogba να αγωνίζεται ως αριστερός οπισθοφύλακας, αντί να κινείται στον χώρο που όλοι τον απολαύσαμε, δηλαδή στην επίθεση, είναι σεβαστό. Ακόμη και το να θεωρείς αηδίες τα όσα εκθειαστικά λέγονται από μερικούς εκ των σπουδαιότερων ανθρώπων του ποδοσφαίρου για αυτή την Barcelona, είναι αποδεκτό, καθώς η υποκειμενικότητα είναι δεδομένη και επιτρέπει διαφοροποιήσεις κάθε είδους.


Όμως το να αποκαλείται ο Guardiola αλαζονικός ή τέλος πάντων ως έχων αλαζονική συμπεριφορά, μόνο για μία δήλωση πίστης στις δυνατότητες της ομάδας του, είναι τουλάχιστον ατυχές.

Όχι λοιπόν κύριοι. Ο Pep Guardiola δεν είναι αλαζόνας, ούτε συμπεριφέρεται έτσι. Ξεκινώντας από την δήθεν δήλωση του και για την ιστορία , ας αναφέρουμε τι ακριβώς είπε. Αφού λοιπόν ΕΡΩΤΗΘΗΚΕ αν πιστεύει πως η Barca θα είναι στον τελικό απάντησε: «Έχω ένα δισεκατομμύριο λόγους να πιστεύω ότι θα είμαστε στον τελικό. Βέβαια, κάποιοι ελπίζουν ότι δεν θα τα καταφέρουμε. ΕΠΙΤΡΕΨΤΕ μου να διαφωνώ και ναι πιστεύω ότι θα είμαστε στον τελικό».   Σαν να απέχει λίγο από το ξερό “θα είμαστε σίγουρα στον τελικό” που αναπαρήγαγαν μανιωδώς, κυρίως, τα ελληνικά ΜΜΕ, δεν νομίζετε;

Βέβαια ο Pep, ένας άνθρωπος που αγαπάει την ποίηση και βαθιά καλλιεργημένος ψυχικά, δεν θα μπορούσε να γίνει εύκολα αποδεκτός σε έναν χώρο όπου οι ψευτό ηρωισμοί  και οι παλικαριές θεωρούνται εκ των ούκ άνευ. Δεν του αρέσουν οι αντιπαραθέσεις που πουλάνε, δεν τον ενδιαφέρει να τραβάει πάνω του τα φώτα της δημοσιότητας για τους λάθος λόγους, άρα πρέπει κάτι να βρούμε για να του προσάψουμε.

Στην ουσία του πράγματος τώρα, μιλάμε για έναν άνθρωπο που ΠΑΝΤΑ όταν η ομάδα του χάνει, το πρώτο πράγμα που κάνει είναι να συγχαίρει τον αντίπαλο. Το ίδιο έκανε και την περίοδο που υπήρξε παίκτης. Ακριβώς το ίδιο έκανε και προχθές το βράδυ, παρά την ψυχολογική του κατάρρευση, παρά την επίγνωση του ότι η ομάδα του ήταν και παραμένει καλύτερη από την Chelsea, καθώς γνωρίζει και αυτός πολύ καλά ότι σε αυτό το άθλημα δεν κερδίζει πάντα ο καλύτερος, ΧΩΡΙΣ αυτό να σημαίνει ότι δεν αξίζει σεβασμού η προσπάθεια και η υπέρβαση των Λονδρέζων. Καθένας παλεύει με τα όπλα του και αυτό είναι όχι απλά σεβαστό, αλλά ιερό.

Το ίδιο ισχύει και για τους ποδοσφαιριστές της ομάδας, που παρά την πίκρα τους, έμειναν στον αγωνιστικό χώρο, αντάλλαξαν φανέλες με τους αντιπάλους τους και δεν έψαχναν εναγωνίως κάμερες για να φωνάξουν “ντροπή”, ούτε εξαφανίστηκαν στα αποδυτήρια, όπως έγινε χθες το βράδυ με τους συναδέλφους τους στο Bernabeu. Πρόκειται για τους ίδιους ανθρώπους που σήκωσαν στις πλάτες τους, χωρίς να είναι υποχρεωμένοι, την εθνική ομάδα μιας χώρας, ο πυρήνας της οποίας ποτέ δεν τους το ανταπέδωσε (θυμηθείτε τις αποδοκιμασίες που γνώρισαν στη Μαδρίτη, με τις δάφνες της κατάκτησης του Παγκοσμίου Κυπέλλου, ακόμη νωπές).

Αλλά και αυτοί ενοχλούν. Δεν είναι “χτιστοί”, δεν είναι όμορφοι, δεν ζουν από την δημοσιότητα, δεν έχουν περίεργα γούστα, τους αρέσει η απλή ζωή (ο Bojan μέχρι να φύγει για την Ρώμη, κουβαλούσε ακόμη τα ψώνια της μαμάς στο σπίτι), δεν διαφημίζουν σαμπουάν – λιπαντικά – αναψυκτικά κ.τ.λ., δεν μαλώνουν για το ποιος είναι ο μεγαλύτερος σταρ, αφού γι΄αυτούς προέχει το σύνολο, ΚΙ ΟΜΩΣ, αποτελούν μέρος μιας εκ των σπουδαιότερων ομάδων που γνώρισε ποτέ το ποδόσφαιρο και αυτό δεν καταπίνεται εύκολα..

Έχασαν φέτος πρωτάθλημα και Champions League και για κάποιους απέτυχαν, έφτασε το τέλος εποχής και πολλά άλλα. Βέβαια το διηπειρωτικό και τα Super Cup Ισπανίας και Ευρώπης είναι λεπτομέρειες και δεν βαριέσαι μωρέ αδερφέ. Ακόμη και η ΕΠΙΚΗ ιστορία του δράματος που βιώνει ένα στέλεχος αυτής της παρέας, ο Eric Abidal και ο τρόπος που η ομάδα την αντιμετώπισε, βρήκε αντίλογο : “Έλα μωρέ, από τα αναβολικά το έπαθε..”


Ας είναι. Για όποιον πάντως εκτιμά ότι μπορεί να χωρέσει την ιστορία αυτού του συλλόγου και των ανθρώπων που την απαρτίζουν τα τελευταία ειδικά χρόνια, μέσα σε μερικές παραγράφους αρνητισμού και πρόχειρων συμπερασμάτων, έχω να πω ότι ίσως θα έπρεπε να είναι πιο προσεκτικοί. Γιατί οι κλινικές ίσως έχουν χώρο και για άλλους, εκτός του John Terry.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου