22 Ιουλίου 2012

Ο Πάνυ και το "ξενΑδοχείο"


Οι παραμυθένιες ιστορίες των balacticos, από σήμερα γίνονται πιο "πλούσιες'. Πόσοι αλήθεια από την παρέα μας, θυμούνται για παράδειγμα, να έχουν ζήσει από κοντά την 1η εμφάνιση του Παναγιώτη Φασούλα στην Αθήνα, με την φανέλα του ΠΑΟΚ?

Ο Νίκος Καραμάνος συμμετέχει και αυτός στην αρθρογραφία φίλων των balacticos και μέσα από αυτή τη στήλη, θα μας ξετυλίγει ιστορίες παλιές, από τον χώρο του μπάσκετ, όπως τις έζησε ο ίδιος. Γιατί οι αναμνήσεις είναι σημαντικό κομμάτι του αθλητισμού, πόσο μάλλον όταν αφορούν προσωπικά βιώματα. Καλώς όρισες Νικόλα!

Ο Νίκος ο Αλεξιάδης υπήρξε διπλανός μου σχεδόν σε όλα τα χρόνια του Γυμνασίου. Μιλάμε γιά τα μισά της δεκαετίας του '70 και τις αρχές αυτής του '80 και το σχολείο μας ήταν το 5ο Εξαρχείων. Μέχρι να τον γνωρίσω και να γίνουμε φίλοι, τα αθλητικά μου ενδιαφέροντα περιορίζονταν στο ποδόσφαιρο. Κλωτσούσα τη μπάλα σχεδόν κάθε σαββατοκύριακο στο εξοχικό μας στο Κάλαμο μαζί με παιδικούς φίλους και έβλεπα όσους αγώνες έδειχνε η τηλεόραση. Μερικές φορές, όσο ζούσε ο αγαπημένος μου θείος, πήγαινα και στο γήπεδο, Φιλαδέλφεια - ο θείος ήταν στη διοίκηση Μπάρλου -  αλλά και Λεωφόρο - βλέπετε ο θείος δεν κατάφερε να μου αλλάξει ομάδα - και ήταν αυτό μια πραγματική ιεροτελεστία για ένα παιδάκι που μάζευε κάρτες παικτών από γκοφρέτες ΜΕΛΟ και πλαστικά ομοιώματα από γαριδάκια Μπόζο (όσοι είναι άνω των 40 ίσως τα θυμούνται).

Το μπάσκετ δεν είχε μεγάλη διάδοση στην Αθήνα. Όχι πως δεν υπήρχε κόσμος να ασχολείται, αλλά αυτός ήταν αρκετά περιορισμένος. Αθλητές, συγγενείς και φίλοι τους, αυτή ήταν περίπου η "παρέα του μπάσκετ" τη δεκαετία του '70 με εξαίρεση ίσως του ΑΕΚτζήδες που είχαν να θυμούνται το Παναθηναϊκό Στάδιο, τη Σλάβια Πράγας, τον Αμερικάνο και τον Τρόντζο.

Ο Νίκος λοιπόν, ο διπλανός μου, ήταν Θεσσαλονικιός. Ο πατέρας του ήταν στον ερασιτέχνη ΠΑΟΚ και είχε μια τεχνική εταιρεία στην Αθήνα. Οι αθλητικές ιστορίες που εξιστορούσε ήταν ατέλειωτες και τόσο γλαφυρές που όλοι κρεμόμασταν απ’ τα χείλη του. Δεν σου έλεγε μόνο εμπειρίες από την Τούμπα, αλλά και προσωπικές στιγμές των παικτών, ατάκες και χαρακτηριστικά στιγμιότυπα από τα αποδυτήρια. Μία μείξη πραγματικών γεγονότων αλλά και υπερβολών που άγγιζαν τα όρια του μύθου. Τί σημασία είχε όμως; Για μάς που ζούσαμε τον αθλητισμό σχεδόν αποκλειστικά από την τηλεόραση, ένας άνθρωπος που είχε τρυπώσει στα αποδυτήρια μιας μεγάλης ομάδας και που σχεδόν σε κάθε αγώνα της βρισκόταν στο γήπεδο ήταν ένας μικρός Θεός. Και φυσικά αρχηγός της παρέας!


Ο Νίκος όμως δεν έβλεπε μόνο ποδόσφαιρο. Έβλεπε και έπαιζε και μπάσκετ. Έχοντας μάλιστα και ιδιαίτερη οικονομική άνεση, ήταν ο πρώτος που φόρεσε τα διάσημα ΑντίνταςΤοπ Τεν στο σχολείο, τα πρώτα μπασκετικά μποτάκια ευρείας κυκλοφορίας. Εντάξει, υπήρχαν και κάτι Κονβέρς, αλλά όπως μας έλεγε ο ίδιος που τα είχε τεστάρει, "δεν έπιαναν μία μπροστά στα Τοπ Τεν"

Μόλις αρχίσαμε τις πρώτες οργανωμένες κοπάνες απ’ το σχολείο, μας πήγαινε στο Φωκιανό, απέναντι απ το Παναθηναϊκό Στάδιο. Εκεί υπήρχαν πολλά γήπεδα μπάσκετ, ένας μικρός παράδεισος για πιτσιρικάδες που ήθελαν να παίξουν μπάσκετ αλλά στη γειτονιά τους δεν μπορούσαν ποτέ γιατί έτρωγαν φάπα απ’ τους μεγαλύτερους και περίμεναν ατέλειωτες ώρες για να κάνουν λίγα μόνο σουτάκια. Στα χαρακτηριστικά αλυσιδένια διχτάκια του Φωκιανού νοιώσαμε τη χαρά των πρώτων "χλατς" και παίξαμε τα πρώτα μας διπλά. Απ’ αυτά που όποιος πάρει τη μπάλα διασχίζει όλο το γήπεδο, θέλει να τους περάσει όλους και να βάλει καλάθι και όλοι οι άλλοι του φωνάζουν "πάσα - πάσααααα!" Και συνήθως καταλήγει σε ένα άστοχο και ατσούμπαλο σουτ με όλους τους υπόλοιπους να βρίζουν...

Όταν ο μπασκετικός ΠΑΟΚ ερχόταν στην Αθήνα, όπως και ο ποδοσφαιρικός, κατέλυε στο Park Hotel χαμηλά στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας, κοντά στην Πατησίων. Τότε ο Νίκος μας έπαιρνε μαζί του και πηγαίναμε να δούμε την ομάδα. Άλλωστε τα σπίτια μας ήταν κοντά και η διαδρομή γινόταν με τα πόδια. Εκεί πρωτογνωρίσαμε τον Μάνθο τον Κατσούλη, τον Στρατή, τον Γκίνη, τον Καλπάκη, τον Πολίτη, τον Γαϊτάνη, τον Καραμβέρη και αυτή την απίστευτη μπασκετική προσωπικότητα, έναν απ’ τις πιο ξύπνιους ανθρώπους που ασχολήθηκαν με το μπάσκετ, τον προπονητή τους, τον Λάκη τον Τσάβα. Όλη μας η έγνοια βέβαια ήταν να μας πάρουν μαζί τους στο πούλμαν για να πάμε στο γήπεδο "με την αποστολή" και φυσικά να δούμε δωρεάν τον αγώνα. Τις περισσότερες φορές αυτό συνέβαινε, βλέπετε το "μέσον" του συμμαθητή μας ήταν πολύ ισχυρό και γεμάτοι καμάρι επιβιβαζόμασταν στο πούλμαν του ΠΑΟΚ και συνήθως καθόμασταν δίπλα στον "αρχηγό" και εξαιρετικό άνθρωπο τον Μάνθο τον Κατσούλη, ένα απ’ τα καλύτερα "τεσάρια" που έβγαλε ποτέ το ελληνικό μπάκετ στην προ του 1987 εποχή του.

Είπα "τεσάρι" και μόλις τώρα παρατήρησα πως η ομάδα που σας περιέγραψα πιο πάνω δεν είχε σέντερ! Μιλάμε για εποχή όπου οι άνω των δύο μέτρων παίκτες ήταν σπάνιοι. Για την ακρίβεια Κοκκολάκης, Τρόντζος και ... τελειώσαμε! Για να καταλάβετε, ένα απ’ τα καλύτερα σέντερ της εποχής ήταν ο Γιώργος Καστρινάκης του Ολυμπιακού με μπόϊ λίγο μεγαλύτερο απ’ τα 2 μέτρα. Αργότερα ήρθε και ο αμερικανοθρεμένος Στεργάκος του Παναθηναϊκού (τι αμερικανοθρεμένος, Αμερικάνος δηλαδή, Ντέϊβιντ Νέλσον το πραγματικό του όνομα) που ήταν στα 2.06 και είχε καταπληκτικές κινήσεις και στυλ.

Ο ΠΑΟΚ λοιπόν όπως και οι περισσότερες ομάδες υπέφερε αρκετά απ το θέμα του ψηλού και ο Μάνθος έπαιζε κατ’ ανάγκη εκεί, αφού δεν υπήρχε κάποιος ψηλότερος. 
"Καλός ο ΠΑΟΚ", λέγαμε στο συμμαθητή μας, "όμως εμείς έχουμε τον Κοκκολάκη που είναι 2.13 και σας καρφώνει συνέχεια μέσα στα μούτρα". Είναι φανερό πως το θέμα αυτό τον πονούσε. Φυσικά δεν ήταν ο μόνος λόγος που ο δικέφαλος δεν μπορούσε να τα βάλει με Παναθηναϊκό και Ολυμπιακό, υστερούσε αρκετά και σε ποιότητα, όμως εμείς πιτσιρικάδες ήμασταν, μην νομίζετε πως καταλαβαίναμε και πολύ καλά τί βλέπαμε ...

‘Ωσπου μια μέρα, περιχαρής ήρθε στο σχολείο και μας ανήγγειλε πως το τέλος μας πλησιάζει! Και πως ο ΠΑΟΚ βρήκε ένα πιτσιρικά που είναι 2.13 και είναι φοβερός και καταπληκτικός και ρίχνει ωραίες τάπες και τώρα θα δούμε τί θα πάθουμε. Και το όνομα αυτού: Φασούλας. Όνομα και πράμα γιατί ήταν αδύνατος σαν ... φασολιά! Σαστισμένοι κι εμείς περιμέναμε την επόμενη φορά που ο ΠΑΟΚ θα ερχόταν στην Αθήνα για να γνωρίσουμε από κοντά αυτόν που θα μας "έκλεινε το σπίτι"

Και η μέρα αυτή ήρθε. Και μάλιστα ο ΠΑΟΚ θα έπαιζε στον "Ταφο του Ινδού" με τον Παναθηναϊκό! Περιττό να σας πω πως σκεφτόμασταν τον αγώνα πολλές μέρες πριν, μάλιστα εγώ τον είχα δει και στον ύπνο μου και θυμάμαι πως ο Κορωναίος είχε κάνει πάνω από 50 σουτ ... ασάλιωτα. Κάτι τέτοια έχεις δικαίωμα να τα βλέπεις στον ύπνο σου χωρίς κανείς να μπορεί να σε ειρωνευτεί.  Το πρωί του Σαββάτου, ημέρα του αγώνα, τρέξαμε από νωρίς στο ξενοδοχείο, ξενΑδοχείο όπως το πρόφερε ο Θεσσαλονικιός φίλος μας, για να δούμε την ομάδα, να μιλήσουμε με τους παίκτες και φυσικά να περιεργαστούμε από κοντά αυτόν τον γίγαντα τον Φασούλα, το νέο μεγάλο αστέρι του ελληνικού μπάσκετ. 

Όταν τον αντικρύσαμε, η έκπληξή μας υπήρξε μεγάλη. Πολύ αδύνατος, καμπούρης, με μια ... θυμωνιά στο κεφάλι, χαρακτηριστικά τεράστια χείλια και ένα χαβαλεδιάρικο ύφος που πιο πολύ θύμιζε σκανταλιάρη μαθητή, παρά μπασκετμπολίστα. 
- Αυτός θα μας κλείσει το σπίτι, ρώτησα με δυσπιστία τον Αλεξιάδη
- Καλά, καλά, θα δεις, θα σβήσουν τα φώτα του Ινδού το βράδυ, μου είπε γεμάτος σιγουριά.
Οι ώρες περνούσαν αργά, βγήκαμε για τυρόπιττα 4-5 φορές απ’ το ξενΑδοχείο, πεταχτήκαμε και απέναντι στο πεδίο του Αρεως να παίξουμε λίγο ποδόσφαιρο με κάτι άλλους συμμαθητές μας που ήταν εκεί. 

Είχε αρχίσει να βραδιάζει πια. Οι παίκτες άρχισαν να κατεβαίνουν απ τα δωμάτιά τους στο λόμπυ φορώντας τις χαρακτηριστικές λευκές φόρμες της αντίντας. Το πούλμαν απ’ έξω περίμενε υπομονετικά την επιβίβαση. Ένας-ένας όλοι ανέβηκαν και βολεύτηκαν στις θέσεις τους. Τελευταίος ανέβηκε αυτός ο Φασούλας και πήγε πίσω-πίσω στη γαλαρία, βλέπεις πουθενά αλλού δεν χωρούσαν τα τεράστια κανιά του. Μόλις θρονιάστηκε λοιπόν, φώναξε στους μπροστινούς:
- Ρε παιδιά να σας ρωτήσω κάτι;
- Έλα ρε Πάνυ, πες το, του απάντησε ο Γκίνης, πλέϊ μέηκερ της ομάδας και μεγάλο πειραχτήρι
- Αφού το παιχνίδι το δείχνει η τηλεόραση, γιατί δεν καθόμαστε να το δούμε στο ξενΑδοχείο; Εκεί είναι ζούγκλα. Θα φάμε καμιά πέτρα!
Όλο το πούλμαν τραντάχτηκε από τα γέλια, ενώ κάποιοι που το πήραν στα σοβαρά του υπενθύμισαν  ... "αφού εμείς παίζουμε ρε Πάνυ"
Κι εκείνος όλο σοβαρότητα τους κοίταξε και αποφάνθηκε
- Αυτή τη μικρή λεπτομέρεια την είχα ξεχάσει ...

Λίγο αργότερα, στο γήπεδο, ο Φασούλας, δεν θα γελάει πια. Με σφιγμένα τα τεράστια χείλη του, μάτια που πετούσαν φωτιές και μια ωριμότητα πρωτόγνωρή για ένα 16χρονο παιδί, η "αράχνη" του ελληνικού μπάσκετ θα αρχίσει να υφαίνει τον ιστό της. Κάποιος που ξεκίνησε να παίζει μπάσκετ για πλάκα, γιατί τον ανακάλυψε κάποιος άλλος βλέποντας ένα κεφάλι να ... παραξεχωρίζει μέσα στο πλήθος. Γιατί ίσως το μοναδικό προσόν που έπρεπε να διαθέτεις τη δεκαετία του '70 για να παίξεις μπάσκετ σε μεγάλη ομάδα ήταν το ύψος. Μερικοί είχαν μόνο αυτό. Μερικοί άλλοι, σαν τον Πάνυ, είχαν και πολλά ακόμα. Και σίγουρα προσωπικότητα και χιούμορ.

ΥΓ. Χάρηκα που σας βρήκα. Και ελπίζω μαζί σας να ξετυλίξω το κουβάρι των μπασκετικών μου αναμνήσεων κι έτσι να μείνουν κάπου καταχωρημένες γιατί το ... αλτσχάϊμερ παραμονεύει. Να φανταστείτε πως αρχικά μπέρδεψα τα τοπ τεν με τα σταν σμιθ!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου